Monday, January 01, 2024

2024


Να ξέρεις από που έρχεσαι. 
Να ξέρεις από που περνάς. 
Να ξέρεις που πηγαίνεις. 
Να ξέρεις με ποιους 
Να ξέρεις ως ποιος. 

Οι πέντε βεβαιότητες που εξημερώνουν και το πιο άγριο άγνωστο καινούργιο. 

Καλή χρονιά αδέρφια! Άλλος ένας κρίκος στην πολύτιμη αλυσίδα μας. 

Tuesday, November 07, 2023

I'll be there for you


Από τον τροπο που επέλεξαν να βαφτίζουν κάθε επεισόδιο οι δημιουργοί των Friends φάνηκε πως είχαν αποφασίσει συνειδητά να παίξουν μπάλα στο γήπεδο της απενοχοποιημενης οικειότητας: “the one with…”, αμέτρητες ιστορίες, συνηθισμένες ή σουρεαλιστικές, σε βάθος δεκαετίας, όπως ακριβως θα επελεγες να αφηγηθεις μια ιστορια στην παρεα σου με την αίσθηση του χτισίματος μιας κοινής εμπειρίας, ενός κοινού βιώματος, μιας κοινής ζωής. Αυτή η ασφαλής ζώνη μιας μοιρασμένης καθημερινότητας αποτελούνταν από δύο διαμερίσματα, ένα διάδρομο κι ένα στέκι όπως αυτά που συνηθίζαμε να καταστρώνουμε τα σχέδια της ελεγχόμενα ανεύθυνης εξόρμησης στον κόσμο των μεγάλων με τους δικούς μας φίλους στα φοιτητικά - οι πιο τυχεροί και στα επόμενα- χρόνια της ζωής μας. Κι αυτή η καθημερινότητα έφτανε και με το παραπάνω για να πλοηγηθεί κανείς στα μικρά ή τα μεγάλα προβλήματα της φρέσκιας ενήλικης ταυτότητας. Ίσως αυτός είναι ο λόγος που δε με εξέπληξε ο χείμαρρος συγκίνησης από κάθε κατεύθυνση που συνόδεψε το θάνατο του Matthew Perry· γιατί συντονίστηκε με μια καθολική ακόρεστη ανάγκη για οικεία φροντίδα μιας millenial παρατεταμένης μετεφηβείας. Στο σύμπαν των Friends κανένας κίνδυνος δεν ήταν απειλητικός, κανένα πρόβλημα δεν ήταν απροσπέλαστο, καμιά ανάγκη δεν έμενε ακάλυπτη, κανένας χωρισμός δεν ήταν μόνιμος. Στο σύμπαν των Friends αρκούσε να κάνεις ένα αυτοσαρκαστικό λογοπαίγνιο για να λυθεί κάθε παρεξήγηση, αρκούσε να σταθείς στη μέση του δωματίου με ανοιχτά τα χέρια για να πέσουν κατά πάνω σου πέντε ιαματικές αγκαλιές. Σε ποιο άλλο πολύχρωμο πεδίο άραγε μπορούσαν ένας loser “transponster” , ένας σπασίκλας παλαιοντολόγος, μια νευρωτική σεφ, ένας ελαφρόμυαλος ανεργος ηθοποιός, μια αλαφροίσκιωτη μασέζ και μια κακομαθημένη σερβιτόρα να βρουν κοινό τόπο σε ένα safe space αποδοχής, κατανόησης κι αγάπης, χωρίς να αναγκαστούν να θυσιάσουν τίποτα από τη χαριτωμένη μοναδικότητά τους στο βωμό της αδηφάγας επιβίωσης στη Μέκκα του Καπιταλισμου; Ποια άλλη συνθήκη θα επέτρεπε στα βυθισμένα σαββατοκυριακατικα μεσημέρια στο πατρικό μας σπίτι σε οποιαδήποτε γωνία του πλανήτη να ονειρευόμαστε μια έξοδο σε έναν κόσμο, όπου θα μπορούσαμε να είμαστε ο εαυτός μας χωρίς αγωνίες, χωρίς οικονομική ανασφάλεια, χωρίς τραυματικές υποχωρήσεις με μοναδικές αποσκευές τα όνειρα, τις επιθυμίες μας, την όρεξη για ζωή και μια χούφτα φίλους καρδιάς; Καμία. Κι όμως, όσο ουτοπικό κι αν ακούγεται, επί μια δεκαετία αυτή η τηλεοπτική συνθήκη ήταν ο κοινός τόπος που ενηλικίωσε με τρυφερότητα την πιο ύπουλα τραυματισμένη μεταπολεμική γενιά κι αυτό είναι κάτι που ο καθένας από μας στο άκουσμα του θανάτου ενός από τα μέλη αυτής της παρέας το ψηλάφισαμε στο στήθος μας. Σαν κάποιος εντελώς ξαφνικά να μας τράβηξε από το μανίκι για να μεγαλώσουμε απότομα.


Tuesday, October 17, 2023

Νομισματοκοπείο


 
Νομισματοκοπείο. 
Είναι πριν η μετά; 
Πάντα τα μπερδεύει. 
Και στα Βριλήσσια πως πηγαίνεις; 
Ποσά λεωφορεία; 
(Αλήθεια ποσά λεωφορεία). 
Να ένα πρόβλημα 
που δεν θα τον απασχολήσει ποτέ ξανά. 
Και γιατί τότε τον απασχολεί ξανά; 
Γιατί οι δρόμοι μετριούνται σε τροχιές 
Οριστικές. 
Που όταν δεν είναι παράλληλες 
είναι και πάλι οριστικές;
("Σκέψου κάτι άλλο - σκέψου κάτι άλλο!") 
Αφού έχει σούρουπο. 
Και πάντα θα 'χει σούρουπο. 
(αυτό οριστικά οριστικό)
Και πότε κάτι θα σημαίνει 
και πότε πάλι όχι. 
("Μέτρα αντίστροφα ως τον επόμενο σταθμό!")
 Κι αναπόφευκτα πάλι θα παραγγείλουν delivery 
που θα’ναι πάντα λάθος
όπως κάθε μοιρασμένη επιθυμία
αλλά θα είναι αφορμή για μια ιστορία 
τρυφερής οικειοθελούς παραχώρησης
κι αυτό ποτέ δεν είναι λάθος.
 Κι όμως από τότε ποτέ 
και από τότε πάντα.
 Πότε και πάντα ίδια σημασία. 
Εθνική Άμυνα.
Ειρωνεία.
Είναι σοβαρός;
Φλερτάρει συμπεράσματα 
λίγο πριν τις οκτώ,
Ενώ ακόμη δεν ξέρει πόσες στάσεις μακριά 
είναι το Νομισματοκοπείο;


Wednesday, September 27, 2023

Pearl



Πρόσωπα, γεγονότα, ημερομηνίες, 
σημαντικά, ασήμαντα, 
πρόσωπα
χαρές, λύπες, 
γεγονότα
όλα ένα ατέλειωτο σκρολάρισμα.

Kι εμείς νύχτα μέρα 
εκπαιδευμένοι θεατές των πάντων 
με ανεπαίσθητα βηχαλάκια ανενεργών ηφαιστείων 
και μια μόνιμη έκφραση Mia Goth 
σε αίθουσα αναμονής εξετάσεων. 

Μπαζώνουμε ρωγμές να νιώσουμε άτρωτοι 
και καταλήγουμε κινητοί σκουπιδότοποι.

Άμεση ανάγκη αναβάθμισης λογισμικού.
Xειροκίνητα 
-όπως παλιά-
με τρυφερότητα.




 

Thursday, December 31, 2020

survivors 2020



Πριν 5 χρόνια έφτιαξα τους "επιζώντες" για να έχω κάθε χρόνο τον ετήσιο προσωπικό μου απολογισμό. το κονσεπτ ήταν να σβήνω όσα ο χρόνος μου στερούσε και να γιορτάζω όσα ο χρόνος μου χάριζε. Το 2020 είχε τα δικά του σχέδια όμως. Μικρό προζάτο update λοιπόν. Με την ελπίδα του χρόνου να επιστρέψει η μουσική

.


Άλλη μια χρονιά που δεν αρρώστησα,
(ευτυχώς)
που με αγάπησαν 
(ευτυχώς)
που δε φτώχυνα 
(χμ…)

Άλλη μια χρονιά που έχω το σπίτι μου
 (ευτυχώς)
και τους ανθρώπους μου
(Θεέ μου, ευτυχώς)
που ονειρεύομαι 
(σίγουρα), 
που κάνω σχέδια 
(ευτυχώς).

Άλλη μια χρονιά που πήγα θέατρο 
(το σβήνουμε) 
κι άκουσα δίσκους 
(ευτυχώς)
Είδα ταινίες που με συγκίνησαν
(Όχι όπως θα ‘θελα - άλλα ευτυχώς)
Άλλη μια χρονιά που ταξίδεψα 
(το σβήνουμε) 
και δούλεψα…
(Και δούλεψα!)
που έγραψα κι έσκισα 
(ευτυχώς)
και δεν απελπίστηκα…
(Δεν απελπίστηκα!)

Άλλη μια χρονιά που βρήκα ανθρώπους
 να με εμπνεύσουν 
(ευτυχώς)
και τους κράτησα 
(ευτυχώς)
και μου το επέτρεψαν.


Άλλη μια χρονιά 
που μπορώ να μετράωτα καλά με σιγουριά.
Κι άλλη μια χρονιά που τα μικρά
εξακολουθούν να είναι τα πιο σημαντικά.

Άλλη μια χρονιά γεμάτη
που με γράμματα δικά μας
(Οι περισσότεροι από μας)
καταγραφόμαστε…
(ευτυχώς)
Στους επιζώντες.


Καλή μας νέα χρονιά!


Thursday, October 01, 2020

H Εποχή του Θερισμού


Τα παλιά χρόνια, στις αρχές του καλοκαιριού, οι άνθρωποι της υπαίθρου, άφηναν τα χωριά τους, έπαιρναν τα νοικοκυριά τους στην πλάτη και μετέφεραν ολόκληρη την οικογένεια τους στους αγρούς. Εκεί, κάθε μέλος, από το μικρότερο ως το μεγαλύτερο, αναλάμβανε έναν νέο ρόλο προκειμένου να εξασφαλιστεί η σοδειά που θα τους ζούσε όλο τον υπόλοιπο χρόνο.  Ολόκληρη η ζωή τους - με τις χαρές και τις λύπες της - ξεριζωνόταν προσωρινά, μετουσιωνόταν σε κάτι διαφορετικό, έβρισκε νέες ισορροπίες και μέσα από σκληρή δουλειά (μα κι ελπίδα για το μέλλον) συνεχιζόταν η επιβίωση. 

Κάτι τέτοιο είναι για μας αυτός ο νέος κύκλος τραγουδιών, τέσσερα χρόνια μετά τη ΒΑΒΕΛ (αρκετή και γόνιμη αγρανάπαυση), σε συνθήκες πρωτόγνωρες για όλους μας, σκάψαμε το χωράφι μας και σας παρουσιάζουμε τους καρπούς της νέας μας σοδειάς, με την ευχή να βοηθήσουν να φωτίσει έστω και λίγο αυτός ο αλλόκοτος χειμώνας.



(Η "Εποχή του Θερισμού" κυκλοφορεί από σήμερα ψηφιακά και φυσικά από την Cobalt Eclectic)



Monday, May 25, 2020

Αίμα


Πριν κάποια χρόνια είδα το “Αίμα των Ζώων” του Georges Franju (του κλασικού “Μάτια χωρίς πρόσωπο”). Σε αυτή τη μικρού μήκους ταινία παραγωγής 1949 σκηνές από την καθημερινή ζωή Γάλλων Αστών, εναλλάσσονται με αποτρόπαιες σκηνές από ένα σφαγείο στα προάστεια του Παρισιού. Η ταινία με εξόργισε. Μου προκάλεσε αποστροφή και δεν άντεξα να τη δω μέχρι τέλους. Με στοίχειωνε για μέρες. Μέχρι που κατάλαβα ότι αυτή ακριβώς η αποστροφή ήταν το αίτημα του Franju. Άρα είχε παράξει ένα πετυχημένο έργο Τέχνης. Για εκείνον. Για το σύμπαν του. Για τη φιλοσοφία του. Γιατί ένα έργο Τέχνης δεν είναι τίποτα παραπάνω από αυτό που γεννά μια αφηρημένη η συγκεκριμένη ανάγκη και διαχέεται στο σύμπαν να συναντήσει άλλες αφηρημένες ή συγκεκριμένες ανάγκες. Κι αν δεν τις συναντήσει δεν τρέχει και τίποτα. Προχωράμε, καλλιτέχνες και κοινό, στην επόμενη απόπειρα. Κι αν αποζητά χάδι το θεικό ή κλωτσιά το επίγειο κομμάτι μας ίσως το βρούμε στην επόμενη στροφή - στα τριαντάφυλλα ή στα σκατά. Το μόνο σίγουρο είναι πως ό, τι έρθει θα έρθει από πόρτες και ψυχές ανοιχτές από το πιο απροσδόκητο ερέθισμα. Κι όταν με το καλό (ή το κακό) έρθει το μήνυμα του τσαρλατάνου ή του προφήτη και χτυπήσει στομάχι, καρδιά, κεφάλι ή νεύρα, εμείς μπορούμε να το καλωσορίσουμε ή να το αποκηρύξουμε. Κι αυτή και μόνο είναι όλη κι όλη η εξουσία μας πάνω στην Τέχνη και το όριο της.



* To Λάλκα της Λένας Κιτσοπούλου (που αποτέλεσε αφορμή του ποστ) το βλέπεte εδώ: https://vimeo.com/419825552
* Το Αίμα των Ζώων του Georges Franju  (για τους τολμηρούς) το βλέπετε εδώ: https://www.dailymotion.com/video/xt2ewc

Wednesday, May 06, 2020

Αυτόνομοι



Δεν είναι εύκολο να είσαι αυτόνομος
σε έναν κόσμο που φοβάται.
Δεν είναι ντροπή να ‘χεις ανάγκη.
Δεν είναι ντροπή να το λες.
Έχεις χέρια να πιάνεσαι.
Έχεις στόμα να το λες.

Άμα φοβάσαι τις νύχτες 
να με παίρνεις τηλέφωνο:
Θα ‘ρχομαι τρέχοντας 
να σου σκοτώνω τους φόβους 
που φωλιάζουν στις γωνίες
ή κάτω απ' το κρεβάτι
ή μέσα στις ντουλάπες.
Θα σε κρατάω αγκαλιά μέχρι ν’ αποκοιμηθείς
Και μετά θα κοιμάμαι κι εγώ
Και θα πετάω πάνω απ’ την πόλη να σε βρω.

Θα συναντιόμαστε στον ύπνο με ένα τέταρτο καθυστέρηση
"Συγγνώμη που άργησα - 
Είχα δουλειά…
Προετοίμαζα το όνειρο για να σε υποδεχτεί.
Τώρα είμαι εδώ.
Για να το ζήσουμε μαζί."

Θα πετάμε ψηλά
Θα βουτάμε βαθιά
Θα τρέχουμε σε πράσινα λιβάδια
Θα γίνουμε ροκ σταρ
Γάτες ή πουλιά…
Θα κάνουμε παιδιά
Θα αλλάζουμε πρόσωπα και ηλικίες
Κι όταν γεράσουμε 
και κουραστούμε 
θα ξυπνήσουμε
Και θα είμαστε είκοσι χρόνων.

Μη φοβάσαι
Δεν είναι εύκολο να είσαι αυτόνομος
Σε έναν κόσμο που φοβάται.
Δεν είναι ντροπή να ‘χεις ανάγκη
Δεν είναι ντροπή να το λες
Έχεις χέρια να πιάνεσαι.
Έχεις στόμα να το λες.
Μη φοβάσαι.
Είμαι εδώ.
Καλημέρα.
Το πρώτο φως είναι καλό.

Sunday, November 17, 2019

ανδριάντας



Επέτειος αμηχανίας - κάθε χρόνο και μεγαλύτερης. Γιατί οι ήρωες παρέμειναν ανώνυμοι και σύγχρονοι κι ο ανδριάντας δεν ανέβηκε ποτέ οριστικά στο βάθρο της ασφαλούς ιστορικής απόστασης· το μάρμαρο σμιλεύεται ακόμα και ραγίζει σαν τσόφλι με κάθε ευκαιρία.

Ναι, το τότε είναι τότε και το τώρα είναι τώρα κι οι αστόχαστοι παραλληλισμοί είναι επικίνδυνοι. Όμως όλο και περισσότερο, στις μέρες μας, το τότε και το τώρα μοιάζουν να αμφισβητούν τα όρια τους. Τα γεγονότα αντί να γίνουν παραδείγματα, παραμένουν ενδεχόμενα. Κι αυτό από μόνο του θαμπώνει την αφήγηση.

Κι ωστόσο υπάρχει κάτι παρήγορο σ' αυτόν τον ημιτελή ανδριάντα, που δε στέκεται ψηλότερα απ' το μπόι μας,  στο ύψος των θεών, αλλά κυκλοφορεί ανάμεσα μας, σε διαστάσεις ανθρώπινες και άρα προσιτές. Ίσως έτσι όπως μπερδεύεται με το πλήθος να καταφέρει να χωρίσει ανύποπτα τους εδώ και τους εκεί, τους εμάς και τους αυτούς. 

Κι αν το μπερδέψουμε με έναν από μας, αν τον νιώσουμε άνθρωπό μας διπλανό, ίσως μας παρασύρει σε κάτι ανώτερο κι αληθινό, σε κάτι φωτεινό, που θα πάρει τη μορφή της δραστικής Ιστορίας, εκείνης της σπάνιας και πολύτιμης, που φροντίζει το παρόν περισσότερο απ' τη μνήμη.


Thursday, August 15, 2019

σπίθα




Ένα κουκουνάρι σκάει στην οθόνη.
Μια σπίθα παιχνιδίζει στο σαλόνι και σβήνει μ’ ένα κλικ.
Μαγικός ρεαλισμός υψηλής ευκρίνειας.
Κάτι παλιο ανασύρουν οι εικόνες - σα μνήμη μιας ζωής χειροπιαστής.

Αποκαΐδια αιωρούνται έξω απ’ τα κλειστά παράθυρα.
Αμέτρητα πίξελ - νύξεις εγγύτητας του τρόμου.

Ας ειμαστε ειλικρινείς:
Γεννηθήκαμε φιλήδονοι θεατές εικονικής πραγματικότητας.

Το εύφλεκτο κομμάτι βαθιά μέσα μας παραμένει απαιτητικό.

Κι ας κοιμάται το γαλήνιο ύπνο μιας γυάλινης απόστασης.


Saturday, June 08, 2019

περήφανοι



Μη φοβάσαι!

Περήφανος δε θα πει υπερτερώ.

Δε θα πει σκορπάω χρώματα και γκλίτερ δεξιά κι αριστερά: στο σαλόνι, στην αυλή σου στα παιδιά σου ή στο σκύλο σου.

Δε θα πει σου επιβάλλω έναν τρόπο ζωής που δε σου πάει, ούτε σε αναγκάζω να απαρνηθείς τη θρησκεία, τα πιστευώ, τις αξίες σου. 

Περήφανος δε θα πει βάφω με το έτσι θέλω γαλάζια τα μαλλιά σου και ροζ το αμάξι σου (το πολύ πολύ αν μου τη δώσει να ξεσπάσω στα δικά μου.)

Δε θα πει γεμίζω με τραγούδια και μουσικές και χορούς και φωτορυθμικά το σύμπαν διαταράσσοντας την ησυχία σου. (Θα σε εκπλήξει πόσο η ησυχία σου κι η ησυχία μου μοιάζουν στα σημεία.)

Περηφανος θα πει δεν ντρεπομαι για το μικρο χωραφακι που ειναι η υπαρξη μου. Δεν ξεριζώνω τα σπάνια και ξεχωριστά που ανθίζουν στον κήπο μου. Είμαι βασιλιάς ή βασίλισσα, πρωθυπουργός ή γενικός γραμματέας της μικρής, προσωπικής μου επικράτειας και νομοθετώ κατά το δοκούν. 

Θα πει δε λογοδοτώ για την αγάπη μου, το κρεβάτι μου, τη διασκέδασή μου, τον ηθικό κι αξιακό μου κώδικα, τον τρόπο μου να βλέπω τον κόσμο, που μπορεί να είναι άλλος απ’ το δικό σου, αλλά μπορεί να είναι και μεσοτοιχία, κι αυτό ακριβώς είναι που κάνει τον κόσμο σφαιρικό κι όχι επίπεδο.

Περήφανος θα πει, δεν νιώθω ενοχή για ό, τι όμορφο, η αθώο, η σέξι έχω μέσα μου γιατί δεν ταιριάζει με το όμορφο, αθώο, ή σέξι που εσύ γνωρίζεις. Έτσι κι αλλιώς ομορφιά κι η ενοχή είναι έννοιες αντικρουόμενες.

Περήφανος θα πει υπάρχω ως ολότητα χωρίς ηλεκτροφόρα σύρματα να ορίζουν τα όρια μου. Θα πει είμαι αέναος και απροσδιόριστος χωροχρονικά όπως κι εσύ, όπως κι όλοι μας.

Περήφανος θα πει το σώμα και το πνεύμα, η καρδιά μου κι η ψυχή μου αρχίζουν και τελειώνουν εκεί που αποφασίζω εγώ και μπορώ να τα μοιραστώ με όποιον αποφασίσω εγώ να τα μοιραστώ, με τον τρόπο που αποφασίζουμε από κοινού. (Κι αν φάω τα μούτρα μου να μπορώ να είμαι περήφανος ή να ντρέπομαι ή να μη δίνω δεκάρα, όσο κι εσύ όταν τρως τα μούτρα σου.)

Περήφανος δε θα πει ανώτερος. Θα πει αξιοπρεπής και ακέραιος ανάμεσα σε αξιοπρεπείς και ακέραιους. Ισότιμο μέλος μιας κοινωνίας που ευαγγελίζεται την ισότητα, τον αμοιβαίο σεβασμό και τη δικαιοσύνη και που μόνο έτσι μπορεί να λειτουργήσει κανονικά.

Και ναι, όλα τα παραπάνω είναι αυτονόητα.

Κι αν πρέπει να γιορτάζονται όλα αυτα τα αυτονόητα είναι για να μπορούμε να δούμε κι εσύ κι εγώ, κι οι προηγούμενοι και οι επόμενοι, πως όλα αυτά τα παράξενα και αλλόκοτα και πολύχρωμα και θορυβώδη μπορούμε να τα κάνουμε μαζί και να μην είναι απειλή, ούτε επιβολή του ενός στον άλλο, αλλά μια ξέφρενη γιορτή αποδοχής της μοναδικότητας του καθενός, ό, τι χρώματα κι αν φέρει, ό, τι τραγούδια κι αν τραγουδά.

Κι αν έχει κάποια σημασία η σημερινή μέρα, είναι για την ελπίδα αυτή η γιορτή, η συμβολική μα τόσο ουσιαστική, κάποια μέρα να γίνει καθημερινή. Να είναι μια ρουτίνα αγάπης και συνύπαρξης που θα απλώνεται απ' άκρη σ' άκρη σ' ολόκληρο τον κόσμο. Και τότε θα είμαστε όλοι περήφανοι κι αληθινοί κι ολόκληροι.

Μια ανυπότακτη τάξη από ολόφωτα, ατρόμητα παιδιά που θα μπορούν να κοιτάζουν τη ζωή κατάματα με όλα τα χρώματα στο βλέμμα.


Sunday, April 14, 2019

μετάβαση


Φτιάχνω καφέ και κοιτάζω το σημειωματάριο μου:

πρώτη σημείωση - 17/02/2017

"Ενα αεροδρόμιο. 
Άνθρωποι ετοιμάζονται να αφήσουν μια χώρα. 
Απεργία. 
Αιχμάλωτοι. 
Δεν ξέρουν ποτε θα πετάξουν"

Κάπως έτσι ξεκινησε το ταξίδι της Απλής Μετάβασης: από μια κουβέντα με τη Μαρίζα και τον Κωνσταντίνο πριν από δυο χρόνια, όπου συζητούσαμε τι ωραία θα ήταν να φτιάξουμε ένα μιούζικαλ που να συνομιλεί με το δικό μας εδώ και το τώρα. Ο Κωνσταντίνος είναι ένας από τους πιο ευαίσθητους ηθοποιούς της γενιάς του κι η Μαρίζα ένα κορίτσι που τραγουδά και ανασαίνει θέατρο ακόμα κι όταν πίνει τον καφέ της. Αυτή η τρελή ιδέα έπρεπε να γίνει πραγματικότητα πάση θυσία. Με αυτούς. Έτσι. Ήπιαμε σ’ αυτό και δώσαμε τα χέρια. Μετά - όπως γίνεται πάντα -  χανόμασταν, μπλέκαμε με άλλες δουλειές, μέχρι που ξαναβρισκόμασταν κι ανανεώναμε δεσμεύσεις, περιμένοντας το πλήρωμα του χρόνου. Ώσπου κάποια στιγμή ήρθε το Εθνικό Θέατρο κι ο Στάθης Λιβαθινός να μοιραστούν τον ενθουσιασμό μας, να πάρουν το ρίσκο και να μας δώσουν το πράσινο φως. Ο Μίνως αυτονόητος καπετάνιος (ή καλύτερα… πιλότος): ένας άνθρωπος που ξέρει απ’ την καλή κι απ’ την ανάποδη το μουσικό θέατρο και τους κανόνες του. Ύστερα ο Θέμης. Πώς θα μπορούσε να λείπει; Χωρίς αυτόν θα ‘μουν μισός. Είναι αυτός που καταλαβαίνει τι θέλω πριν καν το σκεφτώ. Διαβάζει μια λέξη μου και την πάει δυο βήματα πιο πέρα. Κι ένας - ένας, ήρθαν όλοι οι συνεργάτες, που ονειρευόμασταν και έδωσαν ένα κομμάτι απ’ το ταλέντο και την ψυχή τους στους ήρωές μας: ο Φοίβος, η Μαρία, ο Κωνσταντίνος, ο Νίκος, η Νάνσυ και η Χαρά μας (ένα ραντεβού που εκκρεμούσε τόσα χρόνια). Και μετά η Ηλένια, η Αμάλια, η Μελίνα και ο Σάκης - πρόσωπα κλειδιά πίσω από παραστάσεις που αγαπήσαμε μέσα στα χρόνια - και πια κομμάτι μιας δικής μας προσωπικής ιστορίας. Στην πτήση κι η cool μπάντα των αεροπόρων μας: ο Δημήτρης κι ο Αντώνης, ο Στέφανος κι ο Δημήτρης - χωρίς αυτούς τίποτα. Φύλακες άγγελοι οι άνθρωποι του Εθνικού που αγκάλιασαν την μετάβαση με την τρυφερότητα και την αγάπη που τη φτιάξαμε: η Άννα, η Έφη, η Έυα κι όλοι οι τεχνικοί της Νέας Σκηνής. Κι έτσι με πολλή δουλειά, αμφιβολίες, εντάσεις, δυσκολίες αλλά και ενθουσιασμό που δεν στέρεψε ποτέ και μας καθοδηγούσε πάντα προς τη σωστή κατεύθυνση, η Απλή Μετάβαση πήρε σάρκα και οστά και μας έκανε όλους λίγο πιο ώριμους, επαγγελματίες και προπαντός εκπληρωμένους. Το όνειρο έγινε η δική μας ειλικρινής κατάθεση σε ένα είδος θεάτρου που αγαπάμε και σεβόμαστε και υποδεχτηκε μέσα σε δυο και κάτι μήνες εκατοντάδες θεατές που γέλασαν, συγκινήθηκαν και βρήκαν κάτι από τον εαυτό τους στις ιστορίες του Άρη, της Λένας, του Γιώργου, της Μαρίας, του Σπύρου, του Νταμόν, της Νεφέλης και της Δάφνης. Κι αυτή η σύνδεση με το πρωτογενές συναίσθημα των ανθρώπων που μας τίμησαν, ήταν και είναι, χωρίς δεύτερη σκέψη, η πιο μεγάλη μας ανταμοιβή.

Σε λίγες ώρες το “αεροπλάνο της ελπιδας” απογειώνεται για τελευταία (;) φορά από το Ελευθέριος Βενιζέλος της Αγίου Κωνσταντίνου για να συναντήσει τις καρδιές μας που είναι από καιρό στα σύννεφα. Ευγνώμων στη ζωή που ήμουν κομμάτι αυτής της πτήσης. 


(Φωτό: Μάριος Τσεβόπουλος)


Thursday, March 21, 2019

της Ποίησης



Παγκόσμια Ημερα Ποίησης.

Όπως κι η χτεσινή κι η αυριανή.

κι όλες οι πριν και οι μετά.


Γιατί χωρίς την Ποίηση

- την άγραφη την καθημερινή -

δε θα είχαμε λόγο να ξυπνάμε το πρωί

ούτε να ονειρευόμαστε το βράδυ.


Monday, December 31, 2018

άλλη μια χρονιά


Όσο πιο νέοι είμαστε,
τόσο πιο εύκολα κάνουμε ετήσιους απολογισμούς.

 Θυμάμαι ολόκληρη τη ζωή μου να φτιάχνω θορυβώδεις λίστες.

Όσο μεγαλώνουμε,
τόσο πιο εύθραυστα φαντάζουν όλα.

Κι αρχίζουμε να τα υπολογίζουμε ψιθυριστά, μη και τα σπάσουμε.

Έτσι κι εγώ φέτος:

δε μετράω τα καλά και τα κακά της χρονιάς,
τις απώλειες και τα κέρδη,
τις ξαφνικές απουσίες και τις σταθερές παρουσίες.

Μετράω χωρίς πρόσημα την ίδια τη χρονιά
και με προσοχή την τοποθετώ
ανάμεσα στις προηγούμενες με ευγνωμοσύνη
και στις επόμενες με ελπίδα.

Κι ας πάρει τη θέση που της αντιστοιχεί 
στη μικρή 
ή μεγάλη 
αλυσίδα των ημερών μας στη γη.


Thursday, November 15, 2018

Ημερολόγιο Βημάτων



- Θα ήθελες να γράψουμε ένα νέο τραγούδι στην Κατερίνα Κούκα για τα λαϊκά της Ταράτσας;
- Θεμάκο μου δεν νομίζω πως είμαι σε φάση.
- Καλά, εγώ θα στη φέρω να τη γνωρίσεις και να δεις που θα της γράψεις...

Μου την έφερε και τη γνώρισα. Την Κούκα της πίστας, του θεάτρου και της τηλεόρασης. Την Κούκα του σπίρτου, της Άσπας και του fame story. Την Κούκα του Σπανού και του Νικολόπουλου, του Μαρίνου και του Μπίστικα. Κράτησα το πάθος και τη φλόγα μιας Μανιάνι από τις Σέρρες που έχει φάει τη ζωή με το κουτάλι της σούπας και σαρώνει τα πάντα στο πέρασμα της.

Σε μια εποχή που όλοι κι όλα καθαγιάζονται, η Κατερίνα Κούκα παραμένει μια φωνή που μπορεί να κάνει τα λόγια να ακούγονται γυμνές αλήθειες σε διαστάσεις φθαρτές κι ανθρώπινες. Το ένα και μοναδικό προσωπικό μου ζητούμενο.

Από εκείνη την πρώτη συνάντηση έφυγα καταγοητευμένος.

Πήγα για ένα σαββατοκύριακο στη Μάνη. Κοιτούσα τα βουνά κι άκουγα ιστορίες. Τη Δευτέρα είχαμε τα "βήματα".

Saturday, September 08, 2018

έπαθα σκάζη


Χτες βράδυ με έπιασε μια νοσταλγία. Ανεξήγητη. Εντάξει. Όχι και τόσο ανεξήγητη. Είχε αφορμή. Εκεί που δούλευα ανυποψίαστος στον υπολογιστή κι είχα αφήσει το spotify να εικάζει μουσικές που μπορεί να μου κλικάρουν, έσκασε σαν πυροτέχνημα από το πουθενά το σκαζη των στέρεο νόβα. Αυτό ήταν. Με τους πρώτους ήχους του kodak έπεσα στο χάσμα της μνήμης. Έπαθα σκάζη. Οι σκόρπιες ηχογραφήσεις των Στ.Ν και τα 20κάτι μου χρόνια. Εκρηκτικός συνδυασμός εγγεγραμμένος ύπουλα στο υποσυνείδητό μου, ανασύρθηκε ύπουλα σα χρονοκάψουλα, έξερράγη σε άπειρα μικροσκοπικά σωματίδια και εκσφενδονίστηκε στο χωροχρόνο.

Σταμάτησα αυτόματα ο τι έκανα για να αναρωτηθώ: που πήγε το κοινό που παραληρεί; Τι απέγιναν τα παιδιά του σκάζη; Εκείνο το βράδυ γύρισαν σπίτι τους νέοι και πιωμένοι κι ερωτευμένοι και..; Ξύπνησαν 20 χρόνια μετά πως; Έχουν μαλλιά και όνειρα; Μεθάνε ή τους πειράζει το ποτό; Είναι καλά; Καπνίζουν η το έκοψαν; Τους προσέχει κανείς; Μας προσέχει κανείς ή πάθαμε όλοι αδιαχείριστη ευθύνη; Τι απέγινε η εποχή του υποθετικού κόσμου; τότε που όλα τα εικάζαμε, τα φανταζόμασταν και συμπληρώναμε τα κενά με ευσεβείς πόθους και γενναιόδωρα δάνεια από βιβλία, ταινίες, δίσκους; Τότε που τα σκιρτήματα κι η καύλα δεν είχαν πάντα πρόσωπο, ούτε ονοματεπώνυμο, ούτε ηχόχρωμα, αλλά λέξεις αμφίσημες σκόρπιες και πολύτιμες και αναφορές κοινές που έχριζαν αγνώστους συγγενείς. Τότε που ήμασταν ανώνυμα avatar, ασπρόμαυρες ελλειπτικές εικόνες, εξομολογήσεις ειλικρινείς η κατασκευασμένες, εξιστορήσεις, κρυφές ομολογίες που έβλεπαν το φιλόξενο φως των αχανών πίξελ, λακωνικά υπονοούμενα και αναδομημένες διατυπώσεις. Τότε που γινόμασταν αλήθεια ολόφωτη δυο στιγμές μετά από το απόλυτο σκοτάδι.

Και πήγα παραπέρα. Τί έγινε η εποχή των ατέλειωτων λεωφορείων προς μυθικούς προορισμούς, με discman που έπαιζε ένα και μόνο δισκάκι, δυο και τρεις φορές πριν τελική στάση, προκειμένου να δούμε, ακούσουμε, εισπνεύσουμε μυθικούς χρησμοφόρους (μυθικούς γιατί δεν ξέραμε τίποτα γι’ αυτούς πέρα απ’ τους πυθικούς χρησμούς τους). Κι οι σκέψεις του ποδαρόδρομου στη Λένορμαν ή την Πέτρου Ράλλη όταν χάναμε το τελευταίο λεωφορείο (γιατί για ταξί ούτε λόγος) και μας έπαιρναν από πίσω τα σκυλιά, γαβγίζοντας; Οι σκέψεις που τις έπαιρνε η νύχτα, γιατί δεν μπορούσαμε, ούτε να τις απευθύνουμε, ούτε να τις μοιραστούμε ούτε να τις καταγράψουμε πουθενά, εξ’ ου και τις δωρίζαμε γενναιόδωρα στους απόντες, τους ανύπαρκτους και τους αόρατους παραλήπτες του σύμπαντος… και λέγαμε χαλάλι τους με την ελπίδα να μας τις επιστρέψουν άμεσα με σημάδια μεταφυσικά - ακόμα και στον ύπνο μας.

Με επανέφερε στην πραγματικότητα η ανάγκη για ένα ποτό. Κάτι δυνατό. Να υψώσω ποτήρι στο σκάζη και στα παιδιά του, ελπίζοντας να είναι καλά προστατευμένα στο καταφύγιο της νιότης τους και να χορεύουν νέα και ξέφρενα κι ερωτευμένα μέχρι το τέλους του κόσμου. Θυμήθηκα ότι προσπαθώ να μην πίνω πια. Ούτε να ξενυχτώ. Μπήκα στο facebook να συντονιστώ και πάλι με την πραγματικότητα. Πλήρη ονοματεπώνυμα και εύγλωττα πορτρέτα. Μισή ζωή πραγματική, μισή ψηφιακή με τα ίδια υλικά. Κανένας σούπερ ήρωας. Οι Κλαρκ Κεντ κάνουν τη βρωμοδουλειά της αυτοδιαχερίσης. Ας είναι. Στο ταιμλαιν όλοι είμαστε καλά. Κάποιοι βαριόμαστε, κάποιοι έχουμε θέματα με τη δουλειά, κάποιοι με τα γκομενικά, αλλά σε γενικές γραμμές είμαστε καλά. Κανείς δεν κινδυνεύει. Την έχουμε βρει την άκρη μας. Έφτιαξα έναν καφέ. Υπέρβαση τόσο αργά τη νύχτα. Χαμόγελο σαρκαστικό. Επέστρεψα στο γράψιμο μου. Όλα καλά. Παιδιά του σκαζη αν με ακούτε εκεί που είστε δυναμώστε τα ηχεία σας.




Saturday, July 28, 2018

Θρήνος



Ακούστε με παιδάκια:
ο πατερούλης πέθανε.
Απ’ το παλιό παλτό του
θα σας φτιάξω ζακετάκια.
Θα σας φτιάξω φανελάκια.
απ’ τα παλιά του παντελόνια.
Στις τσέπες τους θα βρείτε
Δεκάδες μπιχλιμπίδια:
δεκάρες και κλειδιά
βουτηγμένα στον ταμπάκο.
Ο Νταν θα πάρει τις δεκάρες
να μπουν στον κουμπαρά του,
Η Ανν θα πάρει τα κλειδιά του
να κουδούνιζουν και να χαίρεται.
Η ζωή θα συνεχίσει,
κι οι νεκροί θα ξεχαστούνε.
Η ζωή θα συνεχίσει
Κι ας μη φεύγουν οί σωστοί

Ανν φαε το πρωινό σου
Νταν πιες το φάρμακό σου
Η ζωή θα συνεχίσει
Κι ας μην ξέρουμε γιατί.


Edna St. Vincent Millay - Lament (Μετάφραση: Γεράσιμος Ευαγγελάτος).


Friday, July 20, 2018

τρένο




Αν είναι να φύγεις και να μείνεις

κάν' το με τρένο -

σαν τον Γκι 

και τον Ζαβιέ.

Σαν τη Λώρα και τη Λάρα.

Σαν την Καρένινα.





Wednesday, June 27, 2018

Εν λευκώ



Το “Εν Λευκώ” είναι το τραγουδι που για μας σηματοδοτεί την αρχή των πάντων και γι’ αυτό αποτελεί και θα αποτελεί πάντα το φινάλε κάθε παράστασης. Είναι το τραγούδι που κάποιοι μας έλεγαν ότι δεν είναι τραγούδι τραγουδένιο και να μην περιμένουμε πολλά, αλλά για μας ήταν ανάγκη για εξομολόγηση κι έγινε αυτό που τόσα χρόνια μας δένει με όσους είναι σαν εμάς: αλλόκοτοι, υπερβολικοί, φοβισμένοι, εγκλωβισμένοι και την ίδια στιγμή διαθέσιμοι με τα μάτια και τα χέρια ανοιχτά. Με τις καρδιές και τις ψυχές επίσης. Είναι το τραγούδι που για να τραγουδιέται όπως πρέπει, στην άγραφη συμφωνία μας με το κοινό, δεν πρέπει να το ακολουθεί παρά η τελευταία αυλαία, για να το παίρνουμε όλοι σπίτι μας και να το μοιράζουμε κομμάτι - κομμάτι σε όσους το χρωστάμε. Αν χωράνε όλα όσα είμαστε οι τρεις μας σε 5 και κάτι λεπτά, είναι αυτές οι δέκα στροφές κι αυτή η κραυγή στο τέλος, (που δεν ήταν εξ’ αρχής εκεί αλλά ήρθε για να μείνει). Δεκαπέντε χρόνια και συνεχίζουμε ποντάροντας εν λευκώ στο συναίσθημα κι όσους δεν το φοβούνται… Κι αν χαιρόμαστε για κάτι, είναι που χρόνο με το χρόνο γινόμαστε όλο και περισσότεροι.


(το μπελ ρεβ live κυκλοφορεί φυσικά και ψηφιακά από τη Feelgood Records).


Monday, May 07, 2018

Ουρανία, σ' αγαπάνε!


Εγώ στο Θέατρο κάτι χρωστούσα από παλιά. Στην αρχή ήταν μια σκεψη, μετά παύση, μετά λέξεις - αρχικά δειλές και στη συνέχεια θρασείες, μετα σχέδια και πάλι σκέψεις, μετα άνθρωποι (με εμπιστοσύνη - με ταλέντο - με πείσμα και “πίστη στ’ όνειρο”), μετα πρόβες, άγχη, δεύτερες και τριτες σκέψεις (άντε πάλι) μετά παράσταση και στο τέλος πάλι άνθρωποι - στην πλειοψηφία τους άγνωστοι άνθρωποι μα στην ουσία συγγενείς στο αίσθημα. 

Δεν ξέρω αν έδωσα πίσω στο Θέατρο κάτι απ’ όσα του χρωστούσα. Υποπτεύομαι ότι πάλι βγήκε από πάνω και μου έκανε εκείνο ακόμη ένα δώρο, προφανώς για να με κρατήσει για πάντα χρεωμένο. Δεν μπορώ λοιπόν παρά να ευχαριστήσω από καρδιάς για το αναπάντεχο αυτό δώρο. Η μοναχική μας “Ουρανία”, φέτος βρήκε περισσότερους φίλους απ' όσους περίμενε κι έτσι πήρε το πράσινο φως ν’ ανοίξει το κρυφό της υπνοδωμάτιο στους σκοτεινούς της συγγενείς και την επόμενη χρονιά.

ΥΓ: Αρχικά είπα να λογοκρίνω το καμάρι, αλλά στο φινάλε σκέφτηκα: πόσες φορές μας δίνεται στη ζωή κάτι για το οποίο μπορούμε πραγματικά να καμαρώσουμε;

ΥΓ: Ουρανία, μη νιώθεις λύπη. Κάποιοι σ' αγαπάνε!




Friday, May 04, 2018

lemons



Όταν η ζωή σου δίνει λεμόνια...

                                 άλλαξε ζωη.


Sunday, April 29, 2018

Πλατεία Προσκόπων



Ήρθα στην Πλατεία προσκόπων
μια μερα για καφέ.
Είπα εδώ θέλω να μείνω.
όχι πιο πάνω,
όχι πιο πέρα,
όχι πιο δίπλα.
Εδώ.
Ξανάρθα για φαί.
Χορτάτος είπα πάλι εδώ.
Μετά για ένα ποτό
- ας μη γελιόμαστε ποτέ δεν είναι ένα -
είπα εδώ και πάλι εδώ.
πιωμένος
άρα ίσχυε.
Κι έτσι λίγο λίγο
η πλατεία εγινε σπίτι μου πριν γίνει.
Από τύχη, πεπρωμένο, υπόγειες, επίγειες ή ουράνιες δυνάμεις.
Δε μπήκα ποτέ στη διαδικασία να το εξηγήσω.
Σημασία είχε πως ήταν σπίτι καρδιάς κανονικό
κι ας μην πλήρωνα λογαριασμούς σε ΔΕΚΟ.
Τους πλήρωνα έτσι κι αλλιώς εκεί που μετρούσε περισσότερο.
Στην πλατεία έκανα τα ραντεβού μου
Στην πλατεία συναντούσα φίλους
(κι ας μέναμε οι περισσότεροι στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα)
Στην πλατεία άνοιγα κι έκλεινα δουλειές.
Και πέρασαν τα χρόνια
Και μια μέρα ξαφνικά, -πως το φερε η τύχη- κι η πλατεία μου ‘βγαλε κλειδιά,
και μου πε “καλώς ήρθες”
εκεί λίγο με τρόμαξε
και πήρα αποστάσεις.
Ώσπου ήρθε η παρόρμηση - απόφαση
και πέρασα ένα σάββατο το άβατο του πρώτου ύπνου.
Στην εξώπορτα με υποδέχτηκε μία στρατιά από βαριεστημένες γάτες.
“Άντε! επιτέλους ξεκουβάλησες…
είχαμε στήσει μια γιορτή, μα βαρεθήκαμε…”
Τους είπα “έχουμε καιρό” κι ανέβηκα
κοιμήθηκα βαθιά και ξύπνησα απ’ το φως.
Πρώτη φορά από τόσο φως.
Ήμουν εγώ κι ήμουν αλλιώς.
Ήμουν αλλιώς κι ήμουν εκεί
και το εκεί ήταν εδώ
και το εδώ ήταν εγώ.
και τα λοιπά και τα λοιπά.
Πάει κοντά πια ένας χρόνος
από το πρώτο μου κλειδί
κι από τον πρώτο μου τον ύπνο τον βαθύ.
Οι γάτες πια με μάθανε
και στήνουνε γιορτή κάθε φορά που θα με δουν
(εκτός όταν βαριούνται).
Έχουν αλλάξει τόσα κι άλλα τόσα,
και πρώτα απ’ όλα εγώ.
Μα όσα κι αν αλλάξανε
σ΄αυτό τον ένα χρόνο -
ένα έχει μείνει σταθερό:
Ακόμα εδώ θέλω να μένω.



Friday, April 13, 2018

Στην Επόμενη Ζωή



Εγώ σε γνώρισα προτού σε συναντήσω
Από παιδί στα όνειρα μου σ’ είχα δει.
Ήταν αργά μετά και πώς να κάνω πίσω.
Είπα απ’ τον κόσμο αυτό θα φύγουμε μαζί.

Κι αν ο καθένας μας ντυθεί τα πιθανά του
Κι αν δώσει όλα όσα κρύβει στην ψυχή.
Υπάρχουν κάποιοι που αγαπούν μέχρι θανάτου.
Και στην επόμενη ζωή απ’ την αρχή.

Κι αν απ’ τους δυο μας κάποιος πρώτος πει αντίο
Και πάρει απόφαση ν’ αφήσει τη σκηνή.
Σε μια επόμενη ζωή εμείς οι δυο
ίσως βρεθούμε λίγο πιο αληθινοί.

Κι αν ο καθένας μας ντυθεί τα πιθανά του
Κι αν δώσει όλα όσα κρύβει στην ψυχή.
Υπάρχουν κάποιοι που αγαπούν μέχρι θανάτου.
Και στην επόμενη ζωή απ’ την αρχή.





(Το τραγούδι γράφτηκε για την παράσταση Ουρανία που θα ανέβει στο Θέατρο 104 από τις 16 Απρίλιου 2018 σε σκηνοθεσία Γιώργου Σουλεϊμάν. Στο ρόλο της Ουρανίας η Δανάη Μπάρκα.)

Sunday, March 11, 2018

Δεινόσαυροι εμείς


Γεννημένοι έτσι
Mέσα σ’ αυτό
Καθώς χαμογελούν τα πρόσωπα από κιμωλία
Καθώς ο Κύριος Θάνατος γελά
Καθώς κόβονται τα ασανσέρ
Καθώς τα πολιτικά τοπία διαλύονται
Καθώς το παιδί του σουπερμάρκετ έχει πτυχίο πανεπιστημιου
Καθώς τα μολυσμένα ψάρια ξερνάνε τις μολυσμένες προσευχές τους
Καθώς ο ήλιος κρύβεται
Είμαστε
Γεννημένοι έτσι
Μέσα σ’ αυτό
Μέσα σ’ αυτούς τους προσεκτικά παρανοικούς πολέμους
Μέσα στη θέα σπασμένων παραθύρών εργοστασίων που ατενίζουν το κενό
Μεσα σε μπαρ που οι άνθρωποι δε μιλάνε μεταξύ τους
Μέσα σε καβγάδες με γροθιές που καταλήγουν σε πιστολιές και μαχαιρώματα
Γεννημένοι μέσα σ’ αυτό
Μέσα σε νοσοκομεία που είναι τόσο ακριβά που είναι φθηνότερο να πεθάνεις
Μέσα σε δικηγόρους που χρεώνουν τόσο που είναι φθηνότερο να δηλώσεις ένοχος
Μέσα σε μια χώρα που οι φυλακές είναι γεμάτες και τα τρελάδικα κλειστά
Μέσα σε μια χώρα που οι μάζες ανυψώνουν ηλίθιους σε πλούσιους ήρωες
Γεννημένοι μέσα σ’ αυτό
Να περπατάμε και να ζούμε μέσα σ’ αυτό
Να πεθαίνουμε γι’ αυτό
Να σωπαίνουμε γι’ αυτό
Ευνουχισμένοι
Ακόλαστοι
Αποκληρωμένοι
Γι’ αυτό
Γελασμένοι απ’ αυτό
Χρησιμοποιημένοι απ’ αυτό
Εξευτελισμένοι απ’ αυτό
Τρελοί και άρρωστοι απ’ αυτό
Βίαιοι
Απάνθρωποι
Απ’ αυτό
Η καρδιά μαυρίζει
Τα δάχτυλα ψάχνουν το λαιμό
Το όπλο
Το μαχαίρι
Τη βόμβα
Τα δάχτυλα ψάχνουν έναν άφαντο θεό
Τα δάχτυλα ψάχνουν το μπουκάλι
Τα χάπια
Τη σκόνη
Γεννημένοι σ’ αυτό το θλιβερό θανατικό
Γεννημένοι σε μια κυβέρνηση με χρέος 60 χρόνων
Που σύντομα θα είναι ανίκανη να αποπληρώσει τους τόκους αυτου του χρέους
Κι οι τράπεζες θα καούν
Τα λεφτά θα είναι άχρηστα
Θα υπάρχουν φόνοι ανοιχτοί και ατιμώρητοι στους δρόμους
Θα υπάρχουν όπλα και περιπλανώμενες συμμορίες
Η γη θα είναι άχρηστη
Η τροφή θα γίνει μια φθίνουσα απόδοση
Η πυρηνική ενέργεια θα καταληφθεί απ’ τους πολλούς
Εκρήξεις θα συνταράζουν τη γη
Ραδιενεργα ρομπότ θα παρακολουθούν το ένα το άλλο
Οι πλούσιοι κι οι εκλεκτοί θα παρακολουθούν από διαστημικές εξέδρες
Η κόλαση του Δάντη θα μοιάζει με παιδική χαρά
Ο ήλιος δε θα φαίνεται και θα ναι πάντα νύχτα
Τα δέντρα θα πεθάνουν
Όλη η βλάστηση θα πεθάνει
Ραδιενεργοί άνθρωποι θα τρώνε τις σάρκες άλλων ραδιενεργών ανθρώπων
Η θάλασσα θα μολυνθεί
Οι λίμνες και τα ποτάμια θα εξαφανιστούν
Η βροχή θα γίνει ο νέος χρυσός
Τα σαπια πτώματα των ανθρώπων και των ζώων θα ζέχνουν στο σκοτεινό άνεμο
Οι λίγοι τελευταίοι επιζώντες θα προσβληθούν από νέες και φρικτές ασθένειες
Και οι διαστημικές εξέδρες θα καταστραφούν από δολιοφθορές
Την έλλειψη προμηθειών
Το φυσικό φαινόμενο της γενικής παρακμής
Και θα υπάρξει η πιο όμορφη σιωπή που δεν ακούστηκε ποτέ
γεννημένη μέσα απ’ αυτό
Ο ήλιος ακόμα εκεί κρυμμένος
Να περιμένει το επόμενο κεφάλαιο.


Charles Bukowski - Dinosauria, we (Μετάφραση: Γεράσιμος Ευαγγελάτος.)

(Απόσπασμα του ποιήματος ακούγεται στην παράσταση "Το Παιχνίδι της Σφαγής" του Ευγένιου Ιονέσκο στο Εθνικό Θέατρο. Σκηνοθεσία: Γιάννης Κακλέας).

Friday, January 12, 2018

Ο Θάνατος καπνίζει τα πούρα μου




Ξέρεις: είμαι πάλι μεθυσμένος
εδώ
ακούγοντας Τσαικόφκσι
στο ραδιόφωνο.
Χριστέ μου, τον ακούσα 47 χρόνια
πριν
όταν ήμουν ένας πεινασμένος συγγραφέας
και να τος
πάλι
και τώρα είμαι ένας μέτρια πετυχημένος
συγγραφέας
κι ο θάνατος πηγαινοέρχεται
πάνω - κάτω
στο δωμάτιο
καπνίζοντας τα πούρα μου
κλέβοντας γουλιές απ’ το
κρασί μου
ενώ ο Τσάικ καταπιάνεται
με την “Παθητική”.
Ήταν ωραίο ταξίδι
κι η μόνη τύχη που είχα
ήταν που έριξα το ζάρι μου
σωστά:
πείνασα για την Τέχνη μου, πείνασα για να
κερδίσω 5 γαμημένα λεπτά, 5 ώρες,
5 μέρες -
ήθελα μόνο να καταγράψω
τον κόσμο·
δόξα, χρήμα, μου ήταν αδιάφορα:
ήθελα να καταγράψω τον κόσμο
κι εκείνοι με ήθελαν στον τόρνο,
σε μια ουρά εργοστασίου,
ήθελαν να μαι πωλητής
σ’ ένα πολυκατάστημα.
Λοιπόν, λέει ο Θάνατος, καθώς έρχεται προς το μέρος μου,
εγώ θα σε πετύχω όπως και να ‘χει
ο, τι κι αν έχεις υπάρξει:
συγγραφέας, ταξιτζής, νταβατζής,
χασάπης, αλεξιπτωτιστής,
εγώ θα σε
πετύχω…
οκέι φίλε, του λέω.
Ας πιούμε μαζί τώρα
καθώς η 1η ώρα γλιστράει στη 2η
ώρα και
μόνο αυτός ξέρει
τη στιγμή, αλλά τον γέλασα:
Πήρα τα 5 γαμημένα μου λεπτά
και πολύ
περισσότερα.

(Charles Bukowski 1920 - 1994)


Sunday, December 31, 2017

νεξτ


Καμία λίστα φέτος, κανένα τοπ 10 με τα καλά και τα άσχημα της χρονιάς που πέρασε, καμιά δέσμευση ή προγραμματισμός για τη νέα χρονιά. Καμιά υποχρέωση και κάνενα σχέδιο προς υλοποίηση.

Μόνο ευγνωμοσύνη που είμαστε ακόμα εδώ, υγιείς κι όχι απελπισμένοι και που το 2018 φαντάζει σαν προοπτική κι όχι σαν απειλή. 

Βαθιά ανάσα λοιπόν και πάμε ώριμοι, καθαροί και με φόρα στα επόμενα.


Thursday, December 28, 2017

πώς φιλιούνται οι αχινοί



Όταν μου πρότεινε η Αλεξάνδρα να μιλήσω για τους αχινούς και τα φιλιά τους στην πρώτη τους επίσημη παρουσίαση ένιωσα αμήχανα. Εντάξει, στην αρχή χάρηκα και καμάρωσα, όμως η αμηχανία ήταν το συναίσθημα που επικράτησε δυναμικά και άμεσα, παρακάμπτοντας όλα τα άλλα. Ένιωσα αμηχανία όχι επειδή απεχθάνομαι να μιλάω μπροστά σε κοινό (πράγμα που φυσικά και ισχύει), αλλά κυρίως επειδή το “πως φιλιούνται οι αχινοί” είναι ένα μυθιστόρημα που -αυθαίρετα εντελώς- το θεώρησα από την πρώτη στιγμή που το διάβασα, στην πρώτη κιόλας εκδοχή του πολύ δικό μου - σε βαθμό ορισμένες φορές να νομίζω, ακόμη και σήμερα ότι ανήκει περισσότερο σε μένα απ’ ο τι στην Αλεξάνδρα (Το παθαίνω αυτό με τα έργα τέχνης που με ενθουσιάζουν. Είμαι σίγουρος πως κάπως εξηγείται ψυχολογικά παρόλο που δεν είναι της παρούσης).

Πως μπορεί να μιλήσεις λοιπόν για κάτι τόσο δικό σου χωρίς να εκτεθείς ανεπανόρθωτα στους ακροατές σου; Η απάντηση είναι απλή. Δε μπορείς. Γι’ αυτό λέω να ακολουθήσω το παράδειγμα της Αλεξάνδρας και να σας αιφνιδιάσω μιλώντας εντελώς ανοιχτά, εκθέτοντας με ειλικρίνεια τις σκέψεις μου, όπως προκύπτουν, συνειρμικά αποφεύγοντας όσο μπορώ τις κορόνες ενθουσιασμού (όσο κι αν αυτό μου είναι δύσκολο).

Τους αχινούς λοιπόν τους ένιωσα τόσο κοντά μου γιατί είχα το σπάνιο προνόμιο να γίνω αυτόπτης μάρτυρας της δημιουργίας τους από την αρχή. Κι όταν λέω αρχή δεν εννοώ όταν η Αλεξάνδρα κλειδώθηκε στο σπίτι της με τσιγάρα και κονιάκ και ξεκίνησε πυρετωδώς να τους γράφει, ούτε όταν ο σπόρος της καταγραφής μιας λογοτεχνικής πραγματικότητας, έδωσε τη θέση του (πάλι με τσιγάρα και κονιάκ) στην αφήγηση μιας συγκεκριμένης ιστορίας με αρχή με μέση και τέλος, αλλά λίγο πριν, όταν η αντικειμενική πραγματικότητα ενός μουδιασμένου καλοκαιριού και η ιδέα ενός μυθιστορήματος ταυτίστηκαν μέσα της τόσο δυναμικά και απόλυτα, όπου αποφάσισε να παρακάμψει κάθε ενδοιασμό και να στρωθεί στη δουλειά με μια εντυπωσιακή αυταπάρνηση προκειμένου να δημιουργήσει ένα ειλικρινές χρονικό των φαντασμάτων αυτής της πόλης και της εποχής (συμπεριλαμβάνοντας με θάρρος, τόλμη και γενναιότητα και τα δικά της φαντάσματα).

Την είδα να εμπνέεται, να παρατηρεί, να σημειώνει, να σβήνει και να γράφει, να ξοδεύει μέρες ολόκληρες αναζητώντας μια συγκεκριμένη λέξη, η οποία θα εξέφραζε με ακρίβεια μια ανεπαίσθητη ανταύγεια ενός αισθήματος. Με μια αξιοθαύμαστη σιγουριά των εκφραστικών μέσων και των δρόμων που θα ακολουθούσε, πολλές φορές και κόντρα στην κοινή λογική, λες και το μυθιστόρημα ήταν γραμμένο μέσα της από πάντα και περίμενε απλώς την κατάλληλη στιγμή για να μας το παραδώσει με τη φυσικότητα μιας τυχαίας συγκυρίας. Την είδα να απομυζεί με επιμονή και υπομονή όλους τους χυμούς ενός φαινομενικά αδιάφορου καλοκαιριού, όπου δε συνέβαινε τίποτα σημαντικό σε πραγματικό χρόνο προκειμένου να μας παραδώσει ένα παλλόμενο, βαθιά προσωπικό και ειλικρινές μυθιστόρημα, που κατά την ταπεινή μου άποψη θα μπορούσε να μπει σε μια χρονοκάψουλα και να δηλώνει ξεκάθαρα στις επόμενες γενιές τι συνέβη στις χαραμάδες της ανυπαρξίας μιας κατά κοινή ομολογία αντιποιητικής και ανέραστης εποχής σε μια ναρκωμένη πόλη, όλοι οι κάτοικοι της οποίας βρίσκονται ερήμην τους μουδιασμένοι σε μια προαποφασισμένη μοιραία καταστολή.

Τους ξέρω καλά τους ήρωες του μυθιστορήματος της- όπως τους ξέρετε κι εσείς-, κι όχι αναγκαστικά επειδή τους έχω συναντήσει η συναναστραφεί. Για να είμαι ειλικρινής δε μπορώ καν να εντοπίσω καθαρά την ίδια την Αλεξάνδρα ή τους κοινούς γνωστούς και φίλους ανάμεσα στους ήρωες του βιβλίου - όσο κι αν με ξεγελούν μερικές φορές. Ωστόσο επιμένω ότι τους ξέρω καλά γιατί τα αδιέξοδα τους είναι και δικά μου, η ανάγκη τους για ουσία και ομορφιά αλλά και η επιμονή τους για επιβίωση πέρα και πάνω από τα αντικειμενικά δεδομένα της καθημερινότητάς τους, συναντιούνται με τις βαθύτερες επιθυμίες και φιλοδοξίες μου. Πάνω απ’ όλα όμως τους ξέρω γιατί στις σελίδες αυτού του βιβλίου παρελαύνουν εικόνες, κουβέντες συζητήσεις, μεθυσμένες διαπιστώσεις, σχέσεις μηχανικές και ουσιώδεις, επιδερμικές και βαθιές που μου είναι και σας είναι οικείες μιας και έτυχε να ζούμε όλοι στο εδώ και το τώρα της συγκεκριμένης χωροχρονικής συγκυρίας και κάπως προσπαθούμε να επιβιώσουμε, πιανόμενοι απ’ όπου μπορούμε. Κι όσο και να θέλουμε, μας είναι αδύνατο να κρυφτούμε από την οξυδέρκεια ενός χαρισματικού παρατηρητή που μπορεί και αφουγκράζεται ακόμα και τις πιο ενδόμυχες σκέψεις μας και καθαρίζοντας τις από τη σκόνη της κοινοτοπίας της πραγματικότητας να τις κάνει να ανασαίνουν ποιητικά μετατρέποντας τις σε λογοτεχνία που μας αφορά γιατί μας εμπεριέχει.

Αυτή είναι η μεγάλη τύχη και το δώρο των Αχινών: ότι κατέγραψε και παρέδωσε στον αθάνατο σύμπαν των βιβλίων ένα θαμπό καλοκαίρι που ξοδεύαμε αδιάφοροι τις μέρες μας χαζοπίνοντας και μισοφιλοσοφώντας στα μπαρ πέριξ του Παγκρατίου, προσπαθώντας να εξημερώσουμε κάπως τη ματαιότητα της πολυτελούς ανυπαρξίας μας. Κι είναι αυτό ακριβώς το καλοκαίρι που μετουσιώθηκε στο χρονικό μιας γενιάς, χωρίς ισχυρό ιστορικό αποτύπωμα, που λίγο πριν, λίγο μετά τα τριάντα, περιφέρεται αμήχανη, ανάμεσα στο όνειρο μιας ζωής και στην ξηρασίας της πραγματικότητας. Μιας γενιάς που απέκτησε τα εφόδια αλλά προετοιμάστηκε για λάθος μάχη και βρέθηκε σε άλλο μέτωπο, χωρίς καμιά συναίσθηση της ματαίωσής της. Αυτή την άνω τελεία, έκανε βιβλίο η Αλεξάνδρα και μας αιφνιδίασε δηλώνοντας μας πως μπορεί να γεννηθεί ομορφιά και ποίηση από τη αμηχανία, φτάνει να βρεθούν οι λέξεις, τα σχήματα και τα αισθήματα της καταγραφής. Όταν το ανεπαίσθητο φαινομενικά τυχαίο άγγιγμα μεταγραφεί σε ουσιαστική μέσα στην τυχαιότητα της έκκληση για επαφή, όταν η επιθυμία για επικοινωνία κατοχυρωθεί -έστω και περιφραστικά η υπαινικτικά με τη σαφήνεια της δηλωμένης ανάγκης.

Στους “αχινούς” αγάπησα και θαύμασα την αναμέτρηση της Αλεξάνδρας με τις λέξεις και και τα αγκάθια των νοημάτων τους, παρακολούθησα με κομμένη την ανάσα την επιμονή της να μην παραδοθεί στο προβλέψιμο και αναμενόμενο. Συγκινήθηκα με την ηρωική απόφασή της να χορέψει στην κόψη μόνο και μόνο για να ολοκληρώσει τη διαδρομή με τους δικούς της όρους και σύμφωνα με το κάλεσμα των προσωπικών της δαιμόνων, εμμονών κι αναφορών, κλείνοντας τα αφτιά στις σειρήνες των λογικών παρατηρήσεων ημών των πιο πρακτικών αναγνωστών της. Γι’ αυτό και παραδόθηκα αμαχητί στη γοητεία της γραφής της, στην αναντίρρητη αυτοτέλεια του σύμπαντός της και δε μπορώ παρά να δηλώσω την ευγνωμοσύνη μου που μας επέτρεψε αυτό το σύντομο περίπατο στα ενδότερα του κόσμου της.

Κλείνοντας, αφήνω για ελάχιστα λεπτά στην άκρη την προσωπική σχέση με την Αλεξάνδρα μπας και αποκτήσω λίγη περισσότερη αξιοπιστία και περνάω σε έναν υποθετικό συλλογισμό: ακόμα κι αν δεν την γνώριζα προσωπικά λοιπόν κι έπεφτε αυτό το πρώτο της μυθιστόρημα στα χέρια μου τυχαία, νιώθω ότι θα έφτανα στην τελευταία του σελίδα με τον ίδιο ενθουσιασμό και θα το χάριζα δίχως δεύτερη σκέψη σε όποιον θεωρώ αδερφό στο αίσθημα με ένα κλείσιμο ματιού, εξακολουθώντας να χρωστώ χάρη στη συγγραφέα του. Γιατί διαβάζοντας το “πως φιλιούνται οι αχινοί” είμαι πεπεισμένος πως η γραφή της Αλεξάνδρας Κ* είναι η φωνή που έχει ανάγκη η γενιά μου για να μιλήσει με θάρρος και καθαρότητα για το παρόν της, ερχόμενη αντιμέτωπη με την ουσία και παραλείποντας τον όποιο εξωραϊσμό. Η ραψωδός του αντιηρωικού έπους των σημερινών τριαντάρηδων ευτυχώς για μας, χάρη στο ταλέντο της αφηγείται την αμηχανία μας με τρόπο ζηλευτό γι’ αυτό και μας κάνει να καμαρώνουμε μέσα στο μούδιασμά μας. Κι αν μας εκθέτει λίγο παραπάνω απ’ όσο θα θέλαμε, κάπως, κάπου μέσα στις σελίδες του βιβλίου της, μικρό το τίμημα. Στα επόμενα μεθύσια, που θα γεννήσουν τους ήρωες του επόμενου βιβλίου της, ας προσπαθήσουμε όλοι να είμαστε λίγο πιο προσεκτικοί.


[Κείμενο που διαβάστηκε στην παρουσίαση του μυθιστορήματος της Αλεξάνδρας Κ* "Πως φιλιούνται οι αχινοί" (εκδόσεις Πατάκη) στον Ιανό, τη Δευτέρα 18 Δεκεμβρίου 2017.]


Friday, June 23, 2017

Athens / summer / 17


Κλειστοί δρόμοι, 
βουνά από σκουπίδια, 
ζέστη, 
άνθρωποι ζαλισμένοι από τρελά φεγγάρια, 
ψυχαναγκαστικος συνωστισμός σε φεστιβαλ και συναυλίες, 
μπερδεμενες κι αμήχανες εγκαταστάσεις, 
θερινά σινεμά - σωστικες λέμβοι με το στανιό, 
μπίρες, καφέδες και σχέδια απόδρασης 
να χλιαραίνουν 
σε τραπέζια καταπατημένων συνοικιακών πεζοδρομίων, 
καθώς τα όρια της λογικής λιώνουν 
-σα παγάκια- 
σε καυτό τσιμέντο. 

Η Αθήνα του καλοκαιριού: 
μια ανελέητη περφόρμανς για γερά νεύρα.


Thursday, June 01, 2017

the great tamer


Ο Δημήτρης Παπαϊωάννου, ως γνήσιος εμπνευσμένος δημιουργός είναι, χρόνια τώρα, ο κατασκευαστής και διαχειριστής ενός αυτόνομου καλλιτεχνικού σύμπαντος. Ο κόσμος του, μεταφυσικός, συνεπής, εμμονικός, απόλυτα αναγνωρίσιμος (γιατί επιλέγει να είναι), αν και αναμφισβήτητα προσωπικός, παραμένει φιλόξενος κι ορθάνοιχτος στους (καλόπιστους και μη) επισκέπτες. Λες κι ο ίδιος έχει αποδεχτεί την έκθεση ως αναπόσπαστο κομμάτι του παιχνιδιού της δημιουργίας (μπορεί και βασικό ζητούμενο).

Κάθε κατάθεση του Παπαϊωάννου αποτελείται αναμφίβολα από βασικά γνωρίσματα: την αποδόμηση του σώματος, την ανησυχία του πνεύματος, την παιδικότητα μιας αέναης εξερεύνησης του αγνώστου, την αθεράπευτη ελπίδα που τροφοδοτεί τη συνεχή κίνηση. Στον πλανήτη του κανείς και τίποτα δε σταματά πριν το οριστικό τέλος (και πάλι, ακόμα κι εκεί υπό προϋποθέσεις), ο άνθρωπος υφίσταται τη μοίρα του, αποδομείται αδιαμαρτύρητα (ενίοτε σα να το αποζητά), διαλύεται κι ανασυντίθεται από τα κομμάτια του με την ίδια ευκολία που σκορπίζεται στον άνεμο.

Ο “Μεγάλος Δαμαστής”, το τελευταίο πόνημά του, είναι κατασκευασμένο από τα ίδια υλικά της εργογραφίας του και τροφοδοτείται από τις μόνιμες ανησυχίες του. Ποιος είναι ο άνθρωπος, τί συνιστά την ταυτότητα του, από που ξεκίνησε και που πηγαίνει; μπορεί να τα καταφέρει μόνος; και μέσα σ’ όλα αυτά ο χρόνος που περνά αμείλικτος τι ρόλο παίζει; είναι σύμμαχος ή μια διαβρωτική συνθήκη που οδηγεί την ανθρωπότητα με μαθηματική ακρίβεια στην οριστική συντριβή;

Άκουσα από κάποιους ότι ο Παπαϊωάννου επαναλαμβάνεται, ότι τα παραπάνω ερωτήματα του έχουν ξανατεθεί και εξεταστεί με παρόμοιο τρόπο στο παρελθόν (είναι βλέπεις και τα 31 χρόνια σκηνικής παρουσίας που συμπληρώνονται φέτος). Η πρώτη μου αντίδραση σε αυτό τον ισχυρισμό είναι ότι είναι πραγματικό άδικο να ψέγουμε ένα φιλόσοφο για την περιστροφή του νου του γύρω από τις προσωπικές του εμμονές, ειδικά όταν αυτές αφορούν στα θεμελιώδη ερωτήματα της ύπαρξης. Ο χρόνος, ο άνθρωπος κι η σχέση του με τον κόσμο, ο θάνατος και η μετάβαση στο μεγάλο άγνωστο, είναι ζητήματα τα οποία η Τέχνη ερευνά αδιάλειπτα από την πρώτη στιγμή που ο άνθρωπος πάτησε στη γη.

Ο καλλιτέχνης - όποιο κι αν είναι το πεδίο δράσης του - δεν υποχρεούται να προσφέρει απαντήσεις, αλλά μια μεταφυσική παλέτα διερεύνησης του φυσικού. Δε μεταγράφει τον κόσμο σε κατανοητούς αλγόριθμους για να δώσει εξηγήσεις, αλλά τον μεταποιεί σε ήχο, εικόνα, αίσθηση, προκειμένου να διατυπώσει με την Τέχνη του το ασυνείδητο τριπλό ερώτημα που ταλανίζει τους θνητούς από την πρώτη αρχή: "από που έρχομαι - ποιος είμαι - που πηγαίνω". Κι ο τρόπος, τα μέσα κι η συχνότητα με την οποία τα χρησιμοποιεί είναι αποκλειστικά και μόνο δική του επιλογή.

Έρχεται αυτόματα στο μυαλό μου ο Edgar Degas, ο ζωγράφος που θα μπορούσαμε ευθαρσώς να κατηγορήσουμε ότι έφαγε τη ζωή του ζωγραφίζοντας μπαλαρίνες. Με μια πρώτη ματιά δε θα είχαμε κι εντελώς άδικο. Κι όμως αυτή η εμμονή του, που μέσα στα χρόνια ωρίμαζε με τον ίδιο, προχώρησε στην όλο και πιο ουσιαστική καταγραφή του μεγάλου προσωπικού του υπαρξιακού ερωτήματος. Στα χιλιόμετρα τούλινης φούστας που διέτρεξαν την καριέρα του (αυτή που κάποιος θα ισοπέδωνε χαρακτηρίζοντας τη μονομανή), ο ζωγράφος εξέλισσε τη σαφήνεια της ερώτησης του: τα χρώματα, οι κινήσεις, το βάρος κι η σύνθεση των πτυχών, μόνο στο τέλος της ζωής του φάνηκε ότι δεν ήταν παρά μια σπουδή πάνω στην πορεία του ανθρώπου από τη ζωντάνια της πρώτης νιότης προς την αναπόφευκτη φθορά του Θανάτου. Αν ο Degas δεν είχε αφιερώσει ολόκληρη τη ζωή του στην εργαστηριακή σχεδόν παρατήρηση μιας αίθουσας χορού, το ερώτημα του δε θα είχε διατυπωθεί τόσο εκκωφαντικά κι οι χορεύτριες του θα ήταν απλώς χορεύτριες κι όχι ολόκληρη η ανθρωπότητα μέσα από τα μάτια ενός μεταφυσικού παρατηρητή του κόσμου.  

Με άλλα λόγια είναι λάθος να βλέπουμε τα πονήματα ενός καλλιτέχνη με την απαίτηση να παίρνουμε διαφορετικές απαντήσεις, σε διαφορετικά πεδία κάθε φορά. Βλέπουμε τη σταθερή πορεία του σε ένα συγκεκριμένο δρόμο προς τη μια και μοναδική κορυφή του προσωπικού του καλέσματος. Το κέρδος το δικό μας, του προνομιούχου αυτόπτη μάρτυρα ενός εμπνευσμένου πνεύματος μιας συγκεκριμένης εποχής, είναι η δυνατότητα να παρακολουθούμε την αλλαγή στη θερμοκρασία, την πυκνότητα και την ταχύτητα μιας εντεταλμένης, σταθερής διαδρομής προς το κοινό μας άγνωστο. Η σούμα, το τελικό συμπέρασμα, αν υποθέσουμε πως θα υπάρξει ποτέ, δε θα εκτιμηθεί παρά μονάχα στο τέλος. Ακόμα κι εκεί όμως, τα έργα ενός δημιουργού δεν θα κριθούν μεμονωμένα, αλλά από τη σύνθεση της ομορφιάς και τη συγκίνησης των ενδιάμεσων σταθμών ολόκληρης της πορείας του, την οποία οι σύγχρονοι του θεατές έχουμε την τύχη να κάνουμε μαζί του βήμα - βήμα δημιουργώντας σχεδόν μαζί του το σπουδαίο καλλιτέχνημα της διατύπωσης του μεγάλου ερωτήματος της ύπαρξης.

Γι' αυτό και νιώθω τόσο τυχερός που έχω τη δυνατότητα να παρακολουθώ βήμα βήμα την πορεία του Δημήτρη Παπαϊωάννου προς την αναζήτηση της δικής του κορυφής, ακόμα κι αν σε κάποιες καταθέσεις του οι προσθαφαιρέσεις είναι ανεπαίσθητες και τα βήματα του πιο κοφτά και μαζεμένα. Τα μεγάλα άλματα άλλωστε απαιτούν ενίοτε αναστοχασμό και συνετές οπισθοχωρήσεις. Ωστόσο είναι κι αυτό αναπόσπαστο κομμάτι του μεγάλου κοινού μας ταξιδιού, το οποίο εύχομαι να διαρκέσει πολλά χρόνια ακόμα, ώστε να φωτίσουμε παρέα όσο το δυνατόν περισσότερους νέους σταθμούς στο δρόμο που έχει επιλέξει η Μούσα του.